Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή | Υποχονδρίαση (Διαταραχή Άγχους Ασθένειας) | Σωματοδυσμορφική Διαταραχή2020-10-10T13:57:13+03:00

ΕΜΜΟΝΕΣ ΙΔΕΕΣ -ΤΑΣΗ ΓΙΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΕΣ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΕΣ

Τι είναι η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή

Η Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή αποτελεί ένα ψυχολογικό πρόβλημα που χαρακτηρίζεται από ανεπιθύμητες, παρεισφρητικές σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις (έμμονες ιδέες ή αλλιώς ιδεοληψίες) και/ή επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές (καταναγκασμούς). Οι καταναγκασμοί μπορεί να είναι είτε νοεροί (πχ μέτρημα, επανάληψη προσευχής), είτε σε επίπεδο επαναλαμβανόμενων πράξεων (π.χ. επαναλαμβανόμενο πλύσιμο χεριών) οι οποίες μπορεί να εκτελούνται και σε συγκεκριμένη σειρά, σαν τελετουργίες (π.χ. ντύνεται κανείς φορώντας τα ρούχα με συγκεκριμένη πάντα σειρά ενεργειών). Το άτομο αισθάνεται ότι πρέπει να εκτελέσει τους καταναγκασμούς, προκειμένου να ανακουφιστεί από το άγχος που του προκαλεί το περιεχόμενο των έμμονων ιδεών.

Τι είναι οι έμμονες ιδέες

Πρόκειται για σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις που παρεισφρέουν στο νου όσο κι αν προσπαθείτε να τις μπλοκάρετε ή να τις αποφύγετε. Συνήθως αφορούν κάτι επικίνδυνο ή ανησυχητικό και σας κάνουν να αισθάνεστε άγχος ή φόβο στην πιθανότητα να γίνουν οι σκέψεις αυτές πραγματικότητα. Για παράδειγμα, μπορεί να σκέφτεστε «Έχω κλείσει το μάτι της κουζίνας;» (φόβος πως ίσως πάρει φωτιά το σπίτι), ή «τα χέρια μου έχουν μολυνθεί από μικρόβια» (φόβος πως μπορεί να αρρωστήσετε). Οι έμμονες ιδέες μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν νοερές εικόνες τρομακτικών ή ανησυχητικών καταστάσεων και παρορμήσεις να κάνετε κάτι που δεν θέλετε, όπως για παράδειγμα εικόνες πως τραυματίζετε κάποιον χάνοντας τον έλεγχο του εαυτού σας ή ξεστομίζετε μία ανάρμοστη πρόταση χωρίς να μπορείτε να το σταματήσετε, και ντροπιάζεστε μπροστά σε άλλους.

Οι έμμονες ιδέες είναι πάντα δυσάρεστες, επειδή επικεντρώνονται σε πράγματα που είναι σημαντικά για εσάς και που δεν θα θέλατε να συμβούν. Οι περισσότεροι άνθρωποι προσπαθούν να αντέξουν τις έμμονες ιδέες προσπαθώντας να τις αποφύγουν, αναζητώντας διαβεβαιώσεις πως οι σκέψεις τους δεν ισχύουν και πως δεν θα συμβεί αυτό που φοβούνται, ή κάνοντας συγκεκριμένες ενέργειες και συμπεριφορές (καταναγκασμούς) προκειμένου να μειώσουν την πιθανότητα να συμβεί κάτι αρνητικό (π.χ. ελέγχουν αν έκλεισαν τον θερμοσίφωνα για να προστατέψουν το σπίτι, ελέγχουν διαρκώς το κινητό του συντρόφου τους για να είναι σίγουροι πως δεν υπάρχει παράλληλη σχέση, πλένουν τα χέρια τους για να προφυλαχθούν από τα μικρόβια, επαναλαμβάνουν από μέσα τους προσευχές για να μην συμβεί κάτι δυσάρεστο σε κάποιον κ.α.).

Οι έμμονες ιδέες πηγάζουν από το σύστημα βαθύτερων πεποιθήσεων του ατόμου, από την κοσμοθεωρία του. Οι πυρηνικές πεποιθήσεις  που οδηγούν στην εκδήλωση των έμμονων ιδεών στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή, μπορούν να προκύπτουν από:

  • Διογκωμένο αίσθημα ευθύνης για τα πράγματα (π.χ. Αν κάτι κακό συμβεί θα είμαι εγώ υπεύθυνος/η).
  • Υπερεκτίμηση της σημασίας των σκέψεων (π.χ. Για να το σκέφτηκα αυτό σημαίνει ότι όντως θα συμβεί).
  • Υπερεκτίμηση των απειλών (π.χ. Ο κίνδυνος να μου συμβεί κάτι άσχημο είναι μεγάλος).
  • Υπερεκτίμηση της σημασίας του να ελέγχει κανείς τι σκέφτεται (π.χ. Είναι εφικτό και σημαντικό το να μπορώ να ελέγχω τι σκέφτομαι).
  • Μειωμένη ανοχή στην αβεβαιότητα (π.χ. Μου είναι αδύνατο να διαχειριστώ απρόβλεπτες καταστάσεις που μπορεί να προκύψουν).
  • Τελειοθηρία (π.χ. Η εύρεση της τέλειας λύσης για το κάθε πρόβλημα είναι εφικτή και απαραίτητη για την αποφυγή σοβαρών συνεπειών).

Τι είναι οι καταναγκασμοί

Καταναγκασμός μπορεί να είναι οτιδήποτε κάνετε ως απάντηση σε μία έμμονη ιδέα, προκειμένου να αποτρέψετε την πιθανότητα να συμβεί ή για να διώξετε τον άγχος που σας προκαλούν οι σκέψεις. Οι καταναγκασμοί μπορεί να είναι παρατηρήσιμες συμπεριφορές, όπως το να ελέγχετε κάτι ξανά και ξανά, ή πράγματα που κάνετε νοερά και κανείς δεν μπορεί να δει, όπως το να μετράτε, να επαναλαμβάνετε λέξεις ή προτάσεις κ.α. Πρόκειται για επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές που επιβάλλονται από το ίδιο το άτομο. Οι καταναγκασμοί λέγονται και τελετουργίες, ακριβώς επειδή οι περισσότεροι άνθρωποι αισθάνονται πως πρέπει οπωσδήποτε να συμβούν με έναν πολύ ακριβή και προσεκτικό τρόπο, και δεν ησυχάζουν αν δεν γίνει ικανοποιητικά η ακολουθία των ενεργειών που θεωρούν απαραίτητη. Ως αποτέλεσμα αυτού, αντί οι έλεγχοι να γίνονται μόνο μία φορά και να μειώνεται άμεσα η ανησυχία και ο φόβος, επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά, ωσότου επέλθει ένα αίσθημα ασφάλειας πως ο κίνδυνος έχει αποφευχθεί, ή μέχρι να μειωθεί το υποκειμενικό αίσθημα ανησυχίας και δυσφορίας.

Συνηθισμένες τελετουργίες αποτελούν:

  • Το να αγγίζετε αντικείμενα με έναν συγκεκριμένο τρόπο, προκαθορισμένο αριθμό φορών ή σε πολλαπλάσια ενός συγκεκριμένου αριθμού (π.χ. το να αγγίζετε τον διακόπτη για το φως επτά φορές ή για επτά επαναλήψεις αγγίζοντας επί επτά φορές στην κάθε επανάληψη).
  • Το να αποφεύγετε συγκεκριμένα χρώματα ή να φοράτε εσκεμμένα συγκεκριμένα χρώματα (π.χ. να μην φοράτε μαύρο λόγω μίας πεποίθησης ότι το χρώμα αυτό συνδέεται με το κακό).
  • Συγκεκριμένη ρουτίνα ή το να ιεραρχείτε τις ενέργειές σας σε συγκεκριμένη σειρά (π.χ. να χρειάζεται να ντυθείτε με μία συγκεκριμένη προκαθορισμένη σειρά κινήσεων και να ξεκινάτε από την αρχή αν κάνετε κάποιο λάθος).
  • Εξουδετέρωση των αρνητικών σκέψεων με “καλές” σκέψεις (π.χ. να σκέφτεστε κάτι θετικό αμέσως αφού σκεφτείτε κάτι αρνητικό για να αποτρέψετε αυτό που σκεφτήκατε από το να συμβεί).

Συνηθισμένοι συνδυασμοί έμμονων ιδεών (ιδεοληψιών)

και επαναλαμβανόμενων συμπεριφορών (καταναγκασμών)

Ορισμένες φορές υπάρχει εμφανής σύνδεση ανάμεσα στην έμμονη ιδέα και τον καταναγκασμό (π.χ. ιδέα μόλυνσης – πλύσιμο χεριών). Σε άλλες περιπτώσεις η σύνδεση μπορεί να είναι πολύ πιο προσωπική, ανάλογα με τις προσωπικές πεποιθήσεις και προλήψεις (π.χ. μέτρηση μέχρι έναν συγκεκριμένο αριθμό, προκειμένου να αποφευχθεί η πιθανότητα να πάθει κακό κάποιος οικείος). Παρακάτω περιγράφονται παραδείγματα συχνών συνδυασμών συμπτωμάτων της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής.

Έμμονες ιδέες μόλυνσης και καταναγκασμοί πλυσίματος

Οι έμμονες ιδέες μόλυνσης συνήθως προκύπτουν σε καταστάσεις στις οποίες ο πάσχων από Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή έρχεται σε επαφή με αντικείμενα τα οποία θεωρεί “βρώμικα” (π.χ. αντικείμενα που έχουν αγγίξει άλλοι άνθρωποι, τουαλέτες, τηλέφωνα, χρήματα, χαρτιά κ.α.). Η συγκεκριμένη ανησυχία διαφοροποιείται από άτομο σε άτομο και μπορεί να περιλαμβάνει φόβο μόλυνσης από μικρόβια, βρωμιά, περιττώματα, σωματικά υγρά, (π.χ. σάλιο), σκόνη, ασβέστη ή ακόμη και φόβο μόλυνσης από ιό HIV. Η επαφή με δυνητικά «μολυσμένα» αντικείμενα αποφεύγεται λόγω της ανησυχίας που προκαλεί. Σε περίπτωση που η επαφή δεν μπορεί να αποφευχθεί, τότε οι πάσχοντες από Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή μπορεί να πλυθούν σε υπερβολικό βαθμό προκειμένου να ανακουφίσουν την ανησυχία πως έχουν μολυνθεί και να μειώσουν την πιθανότητα του κινδύνου.

Οι ανησυχίες μόλυνσης με καταναγκασμούς πλυσίματος αποτελούν μία συνηθισμένη μορφή της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής. Το καταναγκαστικό πλύσιμο μπορεί να αποτελεί πρόβλημα για εσάς αν κάνετε μερικά ή όλα από τα παρακάτω:

  • Πλένετε τα χέρια σας περισσότερες από 20 φορές τη μέρα.
  • Πλένετε τα χέρια σας για πάνω από ένα λεπτό κάθε φορά που τα πλένετε.
  • Ακολουθείτε ένα αυστηρό εξονυχιστικό μοτίβο πλυσίματος χεριών, περιλαμβάνοντας κάθε επιφάνεια των χεριών σας και των καρπών/βραχιόνων.
  • Χρησιμοποιείτε πολλές μπάρες σαπουνιών την εβδομάδα ή χρησιμοποιείτε χλωρίνη ή άλλα προϊόντα καθαριότητας στο δέρμα σας.
  • Πλένετε τα χέρια σας τόσο πολύ που τα χέρια σας είναι κόκκινα και έχουν ερεθισμούς.
  • Αποφεύγετε να πλυθείτε γιατί γνωρίζετε ότι αν το κάνετε δεν θα μπορείτε να σταματήσετε.
  • Πλένετε τα χέρια σας επειδή αισθάνεστε μολυσμένοι από ιδέες, ανθρώπους, μέρη που συνδέονται στο νου σας με τη μόλυνση («νοερή μόλυνση»).

Μπορεί να πλένετε τα χέρια σας επαναλαμβανόμενα όταν:

  • Αγγίζετε πόμολα πόρτας
  • Αγγίζετε γράμματα που λάβατε με το ταχυδρομείο
  • Χρησιμοποιείτε μέσα μαζικής συγκοινωνίας
  • Κάνετε χειραψία με άλλους ανθρώπους
  • Βάζετε στη θέση τους τα ψώνια
  • Αγγίζετε πράγματα που συνδέονται στο νου σας με αρνητικές εμπειρίες ή ανθρώπους

Μπορεί επίσης να θέλετε να αποφύγετε καταστάσεις που τις θεωρείτε “βρώμικες”. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει:

  • Το να αποφεύγετε τη δημόσια συγκοινωνία
  • Το να φοράτε γάντια ή να χρησιμοποιείτε τα μανίκια σας για να αγγίξετε αντικείμενα όταν είστε έξω
  • Το να αποφεύγετε τα πικνίκ, να πηγαίνετε στην παραλία ή σε πάρκα
  • Το να αποφεύγετε να βγαίνετε από το σπίτι γενικώς

Σε ορισμένες περιπτώσεις ο πάσχων μπορεί να φοβάται πως άθελά του ίσως χάσει τον έλεγχο του εαυτού του και δηλητηριάσει, μολύνει ή βλάψει κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο. Προκειμένου να μειώσει το φόβο που σχετίζεται με τις σκέψεις αυτές, μπορεί να πλένει και να ξαναπλένει τα αντικείμενα που αγγίζει ή να αποφεύγει να έρχεται σε επαφή με φαγητό που θα καταναλωθεί από τρίτους.

Συχνά οι έμμονες ιδέες μόλυνσης αφορούν τη νοερή μόλυνση και όχι την πραγματική μόλυνση από μικρόβια ή βρωμιά. Παράδειγμα αποτελεί το να αγγίξει ο πάσχων κάτι που έχει αγγίξει κάποιος τον οποίο θεωρεί κακό ή διεφθαρμένο.

Παθολογική αμφιβολία και καταναγκασμοί ελέγχου

Σε ένα κόσμο όπου υπάρχουν ατυχήματα και εγκληματικές ενέργειες, είναι λογικό να είναι κανείς προσεκτικός. Οι περισσότεροι άνθρωποι ελέγχουν προκειμένου να μειώσουν την πιθανότητα συγκεκριμένων δυσάρεστων γεγονότων από το να συμβούν. Εντούτοις, αν το κάνετε επαναλαμβανόμενα, τότε ο έλεγχος δεν εκπληρώνει πλέον τη λειτουργία που προοριζόταν να εκπληρώσει.

Συχνά μπορεί να παρακινείστε να ελέγξετε από μία σκέψη, αμφιβολία ή εικόνα που έρχεται στο νου. Αν ο έλεγχος ήταν αποτελεσματικός, τότε δεν θα χρειαζόταν να ελέγξετε περισσότερες φορές από μία. Αυτό ισχύει επειδή η εκτέλεση επαναλαμβανόμενων ελέγχων ουσιαστικά σας κάνει να αισθάνεστε λιγότερο βέβαιοι ότι ολοκληρώσατε κάτι “σωστά”. Οι ερευνητικές μελέτες φανερώνουν ότι ζητώντας από οποιονδήποτε να ελέγξει κάτι επαναλαμβανόμενα αυξάνεται η αμφιβολία που βιώνει σε σχέση με το αν πράγματι το έκανε ή όχι. Αυτό είναι το πραγματικό παράδοξο των επαναλαμβανόμενων ελέγχων: οι έλεγχοι καθιστούν το άτομο λιγότερο βέβαιο για τα πράγματα και λιγότερο πεπεισμένο πως είναι ασφαλές.

Ένα βασικό μέρος της λογικής που δεσμεύει τα άτομα στην εκτέλεση ελέγχων είναι το ότι εκείνο που φοβόντουσαν τελικά δεν συνέβη, γεγονός που αποδίδουν στο ότι έκαναν τους ελέγχους. Ωστόσο, εκείνο που τους εμποδίζουν να ανακαλύψουν οι έλεγχοι, είναι ότι αυτά που φοβούνται δεν θα συνέβαιναν έτσι κι αλλιώς.

Οι έλεγχοι που λειτουργούν σαν απάντηση στην ανάγκη του πάσχοντος να είναι απολύτως βέβαιος σε σχέση με το αν το σπίτι του είναι ασφαλές από κάποια απειλή, αποτελούν ένα συχνό παράδειγμα καταναγκασμών ελέγχου. Συνήθως μπορεί συμβαίνουν τη στιγμή που κάποιος βγαίνει από το σπίτι και δεν υπάρχει κανείς άλλος μέσα, ή πριν τον βραδινό ύπνο. Σε αυτές τις στιγμές μπορεί να δημιουργείται η βασανιστική ανησυχία και αμφιβολία πως ο πάσχων δεν έχει ασφαλίσει πόρτες και παράθυρα ή μπορεί να μην έχει σβήσει συσκευές ή φώτα. Ως συνέπεια αυτού, δημιουργείται ο φόβος πως ίσως προκληθεί πυρκαγιά ή διάρρηξη. Αντίθετα με άλλους, που μπορεί να αισθάνονται ικανοποιημένοι με μια γρήγορη ματιά, ο πάσχων από Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή θα αισθανθεί την ανάγκη να ελέγξει ξανά και ξανά έως ότου να “αισθανθεί τη σιγουριά” πως όλα είναι ασφαλή. Σε περίπτωση που ο πάσχων αντιστεκόταν στην επιθυμία του να ελέγξει θα είχε την ευκαιρία να ανακαλύψει ότι όσα φοβάται έχουν μικρή πιθανότητα να συμβούν και πως τελικά αν δεν πραγματοποιούσε τους ελέγχους δεν θα συνέβαιναν έτσι κι αλλιώς.

Οι πιθανές σκέψεις ανησυχίας μπορούν να ποικίλουν σε περιεχόμενο και συχνά ενισχύονται από την ανάγκη του πάσχοντος να είναι “βέβαιος” για τα πράγματα (μειωμένη ανοχή στην αβεβαιότητα), αλλά και από τις προϋπάρχουσες πεποιθήσεις που σχετίζονται με το διογκωμένο αίσθημα ανάληψης ευθύνης για τα πράγματα. Ποικίλουν σε τέτοιο βαθμό, ώστε κανείς δεν θα μπορούσε να τις συνοψίσει όλες και διαφοροποιούνται ανάλογα με το άτομο που τις βιώνει. Ο καθένας μπορεί να έχει σκέψεις αμφιβολίας, ωστόσο στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή η ανακούφιση της αμφιβολίας μέσα από καταναγκασμούς μπορεί να είναι χρονοβόρα, να είναι επίμονη και να μειώνει τη λειτουργικότητα του πάσχοντα ή να την περιορίζει σε σημαντικό βαθμό. Συνεπώς, αυτή είναι και η ειδοποιός διαφορά ανάμεσα σε κάποιον που πάσχει και σε κάποιον που δεν πάσχει, και όχι η ίδια η ύπαρξη της ανησυχίας.

Μαγική σκέψη και καταναγκασμοί εξουδετέρωσης

Ορισμένοι πάσχοντες περιγράφουν αυτό που κάποιες φορές αποκαλείται «μαγική σκέψη» ή «ταύτιση σκέψης με πράξη». Αυτό συχνά παρακινείται από μία ομάδα πεποιθήσεων που μπορούν να διογκωθούν στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή. Πολλοί για παράδειγμα, μπορεί να έχουν την πεποίθηση ότι το να λένε ή να σκέφτονται κάτι αρνητικό για κάποιον άλλο, αυξάνει την πιθανότητα να συμβεί κάτι κακό, “σαν να προκαλούν τη τύχη τους”. Πολλοί επίσης μπορεί να έχουν μεγαλώσει μαθαίνοντας να μην σκέφτονται “άσχημα” για άλλους, συχνά με μία πολιτισμική ή θρησκευτική χροιά, που υποδεικνύει ότι θα υπάρχουν σοβαρές συνέπειες αν κάτι τέτοιο συμβεί. Η μαγική σκέψη στην Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή είναι μία επέκταση αυτής της κοινότυπης νοοτροπίας, η πεποίθηση δηλαδή ότι οι δυσάρεστες, αρνητικές σκέψεις μπορούν να επηρεάσουν τα γεγονότα της πραγματικότητας.

Τα συμπτώματα μπορεί να περιλαμβάνουν κάποια παρεισφρητική σκέψη ή εικόνα οικείου προσώπου να παθαίνει κάτι κακό. Αν αυτή η σκέψη εισβάλλει στο νου τη στιγμή που ο πάσχων κάνει μια δραστηριότητα (π.χ. όταν περνά το κατώφλι της πόρτας), τότε μπορεί για παράδειγμα, να έχει τον καταναγκασμό να βγει και να ξαναμπεί καθώς συνειδητά προσπαθεί να σκεφτεί ότι το αγαπημένο του πρόσωπο είναι ασφαλές. Σε αυτή την περίπτωση πρόκειται για καταναγκασμό νοερής εξουδετέρωσης και περιλαμβάνει την αντιστροφή της δυσάρεστης σκέψης και την αντικατάστασή της με μια περισσότερο ευχάριστη. Με τον τρόπο αυτό ο πάσχων θεωρεί πως με έναν μαγικό τρόπο έλεγξε/εξουδετέρωσε το κακό που επρόκειτο να συμβεί από την αρνητική σκέψη που έκανε. Αυτά τα συμπτώματα μπορεί να συνδέονται με μια μεγάλη ποικιλία καθημερινών δραστηριοτήτων που συνυπάρχουν παράλληλα με άσχημες σκέψεις, συμπεριλαμβανομένου του ντυσίματος, του φαγητού, του ποτού, του διαβάσματος, του περπατήματος, της εξόδου από το σπίτι, της επιβίβασης στο αυτοκίνητο κ.α.

Έμμονες ιδέες πρόκλησης βλάβης και σχετικοί καταναγκασμοί

Στις περιπτώσεις αυτές ο πάσχων βιώνει ανεπιθύμητες εικόνες ή σκέψεις πρόκλησης βλάβης στον εαυτό του ή σε άλλους. Κοινά παραδείγματα περιλαμβάνουν βίαιες εικόνες σε σχέση με οικεία πρόσωπα, ή αμφιβολίες υπαιτιότητας σε σχέση με ατυχήματα σε τρίτους. Οι έμμονες αυτές ιδέες είναι εξαιρετικά τρομακτικές και μπορεί να οδηγήσουν σε ποικίλους καταναγκασμούς αποφυγής ή αναζήτησης διαβεβαιώσεων από τους άλλους. Πολλοί καταλήγουν να κλειδώνουν αιχμηρά αντικείμενα σε ντουλάπια ή αντιδρούν στις σκέψεις αυτές ελέγχοντας αν έχει πάθει κάτι κάποιος γνωστός τους κάθε φορά που έρχεται η σκέψη αυτή.

Από τη στιγμή που οι σκέψεις πρόκλησης βλάβης είναι εντελώς αντίθετες με τις αρχές και τις αξίες του υποκειμένου, δεν είναι σπάνιο φαινόμενο οι πάσχοντες να γίνονται επικριτικοί με τον εαυτό τους και να αναρωτιούνται τι μπορεί να σημαίνει για τους ίδιους και για την ποιότητά τους ως άτομα το γεγονός οτι κάνουν τέτοιες σκέψεις.

Οι καταναγκασμοί ελέγχου συχνά συνδέονται και με έμμονες ιδέες πρόκλησης βλάβης σε άλλο άτομο. Για παράδειγμα:

  • αμφιβολίες ότι κάποια σκιά στο δρόμο μπορεί να ήταν άνθρωπος και πως ο πάσχων πρέπει να επιστρέψει για να βεβαιωθεί πως κανείς δεν έχει τραυματιστεί ή πάθει κάτι εξαιτίας του.
  • αμφιβολίες ότι κλαδιά δέντρων ή σκιές στο δρόμο μπορεί να ήταν δυνητικά επικίνδυνα αντικείμενα και ο πάσχων πρέπει να επιστρέψει για να ελέγξει ότι ήταν ασφαλές να περπατήσει εκεί.
  • φόβος πως έχει ήδη προκληθεί βλάβη σε κάποιον εξαιτίας του πάσχοντος και νοερή επανάληψη όλων τον κινήσεων που προηγήθηκαν προκειμένου να σιγουρευτεί πως δεν έκανε κακό σε κάποιον.

Έμμονες ιδέες αποκλίνουσας σεξουαλικής συμπεριφοράς και αποφυγή

Οι έμμονες σεξουαλικές σκέψεις είναι ανεπιθύμητες σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις που προκαλούν ανησυχία στον πάσχοντα κάθε φορά που έρχονται. Είναι εντελώς αντίθετες με τις προσωπικές αξίες και επιθυμίες του υποκειμένου και για αυτόν τον λόγο συνοδεύονται από υψηλά επίπεδα δυσφορίας, ντροπής και φόβου. Πρόκειται για επίμονους φόβους ότι με κάποιον τρόπο το άτομο είναι αποκλίνον (ξεφεύγει από τα αποδεκτά ή φυσιολογικά πρότυπα). Για παράδειγμα, ανησυχία σχετικά με το αν έχει το λάθος φύλο ή ανησυχία πως αποκτά τα σεξουαλικά χαρακτηριστικά του αντίθετου φύλου (π.χ. ότι γίνεται θηλυπρεπής) ή ακόμη πως θα χάσει τον έλεγχο του εαυτού του και θα αγγίξει ή θα κοιτάξει απρεπώς το στήθος ή τα γεννητικά όργανα άλλου ατόμου, ίσως και του ίδιου φύλου.

Η ανησυχία αυτή γίνεται ακόμη πιο έντονη όταν οι σκέψεις έχουν παιδοφιλικό περιεχόμενο ή περιεχόμενο σεξουαλικής συνεύρεσης με ζώα. Προκειμένου να νιώσουν ασφαλείς, οι πάσχοντες αποφεύγουν την επαφή με οποιαδήποτε κατάσταση μπορεί να πυροδοτήσει σεξουαλικές σκέψεις αποκλίνουσας συμπεριφοράς. Για παράδειγμα, αποφεύγουν να κοιτάξουν άτομα του ίδιου φύλου ή παιδιά και αν αυτό συμβεί μπορεί να ελέγχουν καταναγκαστικά για σημάδια σεξουαλικής διέγερσης.

Πόσο συχνή είναι η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή

Στο Δυτικό κόσμο η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή εμφανίζεται με συχνότητα 3% στο γενικό πληθυσμό. Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή μπορεί να εμφανιστεί σε παιδιά αλλά και ενήλικες, με τους περισσότερους ανθρώπους να εμφανίζουν συνήθως τα πρώτα συμπτώματα πριν την ηλικία των 30. Τα αγόρια συχνά εμφανίζουν τα πρώτα συμπτώματα σε μικρότερη ηλικία από ότι τα κορίτσια και συνεπώς η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή μοιάζει να είναι πιο συχνή στα αγόρια στις νεαρές ηλικίες. Επειδή τα ελαφρά συμπτώματα είναι συχνά στον γενικό πληθυσμό, δεν λαμβάνει κανείς διάγνωση Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής αν τα συμπτώματα δεν παρεμβαίνουν στην ποιότητα ζωής και δεν προκαλούν σοβαρή έκπτωση λειτουργικότητας ή εμπόδιο σε σημαντικούς τομείς. Μετά την έναρξη της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής τα συμπτώματα σπάνια υποχωρούν χωρίς την κατάλληλη θεραπεία.

Άλλες διαταραχές του Ιδεοψυχαναγκαστικού Φάσματος

Σωματοδυσμορφική Διαταραχή2018-11-16T16:54:29+02:00

Η Σωματοδυσμορφική Διαταραχή χαρακτηρίζεται από ενασχόληση του πάσχοντος ατόμου με ένα ή περισσότερα ελαττώματα στη φυσική εμφάνιση (πχ. σημάδια, ρυτίδες, ουλές, μέγεθος ή σχήμα σημείων του προσώπου ή του σώματος, αραίωση τριχών ή τριχοφυΐα, ασυμμετρίες). Ως απάντηση στις ανησυχίες σχετικά με την εμφάνιση, αναπτύσσονται διαφόρων ειδών επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές (πχ. το άτομο κοιτάζεται διαρκώς στον καθρέφτη, μπορεί να χρησιμοποιεί έντονο φωτισμό ή μεγεθυντικό φακό για λεπτομερέστερη παρατήρηση, τοποθετεί συνέχεια μακιγιάζ για να καλύψει το υποτιθέμενο πρόβλημα, ζητά διαρκώς διαβεβαιώσεις για το κατά πόσο αυτό είναι ή δεν είναι εμφανές) ή νοερές πράξεις (πχ. το άτομο συγκρίνει διαρκώς στο μυαλό του την εμφάνισή του με εκείνη άλλων ανθρώπων). Οι κλινικές εκδηλώσεις συνοδεύονται από σημαντική δυσφορία ή/και έκπτωση της λειτουργικότητας σε ένα ή περισσότερα πεδία της καθημερινής ζωής. Η διαταραχή εμφανίζεται περίπου στο 2% των ανθρώπων και είναι ελαφρώς συχνότερη στις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες. Μπορεί να παρουσιαστεί σε οποιαδήποτε ηλικία, συνήθως ωστόσο εκδηλώνεται κατά την εφηβεία ή τη νεαρή ενήλικη ζωή.

Μελέτες έχουν δείξει ότι η Σωματοδυσμορφική Διαταραχή εμφανίζεται συχνότερα σε άτομα με κληρονομικό ιστορικό ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής, πιθανώς επομένως υπάρχει συσχέτιση των δύο διαταραχών και συμμετοχή παρόμοιων παθογενετικών μηχανισμών (πχ. δυσλειτουργία του σεροτονινεργικού συστήματος). Επιπλέον, ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας όπως η τελειοθηρία και η εσωστρέφεια, φαίνεται ότι δρουν προδιαθεσικά, ενώ ψυχοπιεστικές καταστάσεις (πχ. απώλεια, απειλή, απόρριψη, αλλαγή, αποτυχία, σύγκρουση, ψυχοτραυματική εμπειρία) μπορεί να διαδραματίσουν εκλυτικό ρόλο. Τέλος τα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα περί καλαισθησίας είναι πιθανό να συμβάλλουν στην εκδήλωση της διαταραχής.

Τριχοτιλλομανία2018-11-16T16:49:02+02:00

Η Τριχοτιλλομανία χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενο τράβηγμα τριχών από το τριχωτό της κεφαλής, που έχει ως συνέπεια απώλεια μαλλιών.

Το πάσχον άτομο πραγματοποιεί προσπάθειες μείωσης ή διακοπής του τραβήγματος των μαλλιών, χωρίς ωστόσο ικανοποιητικό αποτέλεσμα.

Η διαταραχή συνοδεύεται από σημαντική δυσφορία ή/και έκπτωση στη λειτουργικότητα.

Διαταραχή Άγχους Ασθένειας (Υποχονδρίαση)2018-11-16T16:53:38+02:00

Η Διαταραχή Άγχους Ασθένειας (παλιότερα ονομαζόταν Υποχονδρίαση) χαρακτηρίζεται από την επίμονη ενασχόληση του ατόμου με την πιθανότητα να πάσχει από σοβαρή νόσο ή να εκδηλώσει σοβαρή νόσο (πχ. καρκίνος, AIDS).

Σωματικά συμπτώματα δεν υπάρχουν ή αν υπάρχουν εμφανίζουν ήπια ένταση. Αν κάποια σωματική νόσος είναι παρούσα ή υπάρχει υψηλός κίνδυνος για την εκδήλωση σωματικής νόσου (πχ. οικογενειακό ιστορικό), η ενασχόληση είναι εμφανώς υπερβολική ή δυσανάλογη με την απειλή. Το πάσχον άτομο βιώνει υψηλά επίπεδα άγχους και βρίσκεται σε διαρκή επαγρύπνηση σχετικά με την κατάσταση της υγείας του. Υπερβολικές συμπεριφορές που σχετίζονται με την υγεία (πχ. επαναλαμβανόμενοι έλεγχοι στο σώμα για σημεία της νόσου) ή αποφυγές (πχ. αποφυγή σωματικής δραστηριότητας), που είναι δυσανάλογες με τη βαρύτητα των συμπτωμάτων, είναι παρούσες.

Η νόσος, η οποία αποτελεί το αντικείμενο της ενασχόλησης του ατόμου, μπορεί να είναι σταθερή ή να διαφοροποιείται στη διάρκεια του χρόνου. Άλλοτε το πάσχον άτομο αναζητά διαρκώς ιατρική φροντίδα και ιατρικές διαβεβαιώσεις (με σκοπό να διαγνωστεί και να λάβει την απαιτούμενη θεραπεία, συχνά όμως αμφιβάλλοντας για τις ικανότητες των ιατρών να εντοπίσουν την ασθένεια) και άλλοτε αποφεύγοντας τις ιατρικές επισκέψεις και εξετάσεις (από φόβο για τη διάγνωση κάποιας νόσου από την οποία ανησυχεί ότι πάσχει). Η διαταραχή προκαλεί σημαντικού βαθμού δυσφορία ή/και μείωση της λειτουργικότητας σε διάφορα πεδία της καθημερινής ζωής.

Διαταραχή Εκδορών (Δερματιλλομανία)2018-11-16T16:53:12+02:00

Η Διαταραχή Εκδορών χαρακτηρίζεται από επαναλαμβανόμενη ενασχόληση με το δέρμα, που έχει ως συνέπεια την πρόκληση δερματικών βλαβών.

Το πάσχον άτομο πραγματοποιεί προσπάθειες μείωσης ή διακοπής της βλαπτικής ενασχόλησης με το δέρμα, χωρίς ωστόσο ικανοποιητικό αποτέλεσμα.

Η διαταραχή συνοδεύεται από σημαντική δυσφορία ή/και έκπτωση της λειτουργικότητας.

Διαταραχή Αποθησαύρισης2018-11-16T16:52:54+02:00

Η Διαταραχή Αποθησαύρισης χαρακτηρίζεται από επίμονη δυσκολία από το πάσχον άτομο απόρριψης ή αποχωρισμού υπαρχόντων, ανεξάρτητα από την πραγματική τους αξία.

Η συσσώρευση υπαρχόντων οδηγεί σταδιακά σε γέμισμα και ακαταστασία του σπιτιού και γενικά των χώρων διαβίωσης, ενώ η χρήση των αντικειμένων που συλλέγονται είναι περιορισμένη έως ανύπαρκτη.

Η διαταραχή συνοδεύεται από σημαντική δυσφορία ή/και έκπτωση της λειτουργικότητας.

Η θεραπεία της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής

Στις θεραπείες που έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές περιλαμβάνονται η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεία και η Φαρμακοθεραπεία (με εκλεκτικούς αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης – SSRIs).

Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεία (ΓΣΘ)

Η Γνωσιακή Συμπεριφοριστική Ψυχοθεραπεία για το φάσμα των Ιδεοψυχαναγκαστικών Διαταραχών περιλαμβάνει εκμάθηση δεξιοτήτων και τεχνικών όπως είναι η έκθεση (π.χ. στην έμμονη ιδέα) και παρεμπόδιση αντίδρασης  (δηλαδή παρεμπόδιση του καταναγκασμού). Αυτό σημαίνει πως ο πάσχων εκπαιδεύεται σε δεξιότητες προκειμένου να μην εμπλέκεται σε συμπεριφορές (καταναγκασμούς) που απαλύνουν την ανησυχία, με αποτέλεσμα να εκτίθεται σταδιακά στο αίσθημα της αβεβαιότητας και της ανησυχίας και να το αντέχει. Σημαντικό ρόλο στη θεραπεία διαδραματίζει η ψυχοεκπαίδευση του πάσχοντα για τους καταναγκασμούς και την επίδρασή τους στη διαιώνιση της ανησυχίας, με στόχο να αντιληφθεί τη μακροπρόθεσμη θετική επίδραση του να μάθει πως να αντιστέκεται στο να τους εκτελέσει.

Φαρμακοθεραπεία

Παρότι η θεραπεία της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής με SSRIs (εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης) έχει αποδειχθεί εξαιρετικά βοηθητική, τα αποτελέσματα διαφέρουν από άτομο σε άτομο.

Πολλοί άνθρωποι που επωφελούνται από τη φαρμακοθεραπεία συχνά παρατηρούν πως οι ιδεοληψίες και οι καταναγκασμοί συνεχίζουν να υπάρχουν, παρόλο που δεν προκαλούν την ίδια μεγάλη έκπτωση στη λειτουργικότητα.

Σε περίπτωση διακοπής των φαρμάκων τα συμπτώματα συνήθως επανέρχονται. Η φαρμακοθεραπεία φαίνεται να βοηθά στη διαχείριση των συμπτωμάτων, αλλά όχι στην πλήρη θεραπεία και αποδρομή τους.

Κατά μέσο όρο η φαρμακοθεραπεία δεν είναι τόσο αποτελεσματική αν δεν συνδυάζεται με ψυχοθεραπεία, καθώς μπορεί να μην αποτελέσει μια μόνιμη λύση.

Μάθετε περισσότερα

Κάντε το τεστ

για την Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή και τις διαταραχές Ιδεοψυχαναγκαστικού Φάσματος εδώ.

Το παρόν άρθρο έχει καθαρά ενημερωτικό χαρακτήρα. Ο αναγνώστης οφείλει να διασταυρώνει τις πληροφορίες για θέματα που τον ενδιαφέρουν.

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή άλλη χρήση, ολόκληρου ή μέρους του περιεχομένου της ιστοσελίδας, χωρίς την έγγραφη συγκατάθεση της κατόχου.

 

ΧΡΗΣΙΜΟΙ ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ

  • Μαριέφη Μιτέλλα, MSc
  • Ψυχολόγος στην Αθήνα

 

  • Διεύθυνση: 
  • Παπαδιαμαντοπούλου 5 – Αθήνα (κέντρο)
  • Μετρό Μέγαρο Μουσικής
  • Επικοινωνία: 
  • 6970 313 761
  • infomitella@gmail.com
  • website:
  • www.mitella.gr
Go to Top